Χαίρετε, στην ιστοσελίδα κατά διαστήματα δημοσιεύονται άρθρα κυρίως από έρευνες, γνώστες του αντικειμένου και ειδικευμένους σε θέματα διατροφής, ιατρικής, βοτανολογίας, γυμναστικής κ.α. αναφέροντας χαρακτηριστικά ευεξίας, ιδιότητες και όχι μόνο, που σκοπό έχουν την καλύτερη υγεία και ψυχολογία του ανθρώπου και ποιο ποιοτικό τρόπο ζωής!
Βιολογικό ψάρι. Γεγονός...εκτός συνόρων!
Μετά τα προϊόντα βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, ένας άλλος τομέας των βιολογικών προϊόντων αρχίζει σιγά σιγά και κάνει τα πρώτα βήματα ανάπτυξής του. Αυτός δεν είναι άλλος από τα προϊόντα βιολογικής υδατοκαλλιέργειας (ψάρια, μύδια, γαρίδες) που στις Ευρωπαικές χώρες, προς το παρόν, γνωρίζουν μεγάλη άνθιση και παρουσιάζουν συνεχώς αυξητικές καταναλωτικές τάσεις. Φυσικά το μεγαλύτερο μερίδιο παραγωγής το κατέχουν τα ψάρια, που για τους Μεσογειακούς λαούς, αποτελούν μία από τις πρώτες επιλογές στο τραπέζι τους.
Τί είναι όμως το βιολογικό ψάρι; Πώς παράγεται και τελικά σε τι διαφέρει από τα «άλλα» ψάρια μιας κοινής υδατοκαλλιέργειας; Στην Ελλάδα μπορούμε να τα βρούμε στα σημεία πώλησης βιολογικών προϊόντων ή και στις γνωστές αλυσίδες σούπερ μάρκετ και τι τιμή έχουν;
Το βιολογικό ψάρι παράγεται σύμφωνα με τις βασικές αρχές της βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας. Επειδή όμως ότι δεν υφίσταται επίσημα νομοθετικό πλαίσιο (θα θεσπιστεί πιθανά το 2009), ο φορέας που ελέγχει και πιστοποιεί τη μονάδα υδατοκαλλιέργειας ακολουθεί δικά του πρότυπα πιστοποίησης τα οποία στηρίζονται μεν στις αρχές της βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, αλλά και σε δικούς του κανόνες παραγωγής που φυσικά έχουν εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές της εκάστοτε χώρας.
Αφού μιλάμε για ψάρι, η εκτροφή του γίνεται μέσα στο υδάτινο περιβάλλον, στις μονάδες υδατοκαλλιέργειας, οι οποίες πιστοποιούνται για όλη την διαδικασία παραγωγής, από τους κλωβούς που βρίσκονται τα ψάρια μέχρι και τη μονάδα τυποποίησης και συσκευασίας τους. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι τίποτα δεν γίνεται στην τύχη, ακολουθούνται συγκεκριμένες διαδικασίες και υπάρχουν κυρώσεις για τυχόν παραλείψεις ή μη συμμορφώσεις της πιστοποιημένης μονάδας υδατοκαλλιέργειας.
«Βασική αρχή» αποτελεί το άριστης ποιότητας νερό χωρίς την παρουσία χημικών ή άλλων ουσιών, στο οποίο διαβιούν τα ψάρια, δεδομένο ότι αν αυτό είναι επιβαρυμένο υπάρχει κίνδυνος ακόμη και για την επιβίωση τους. Ο ιχθυοκαλλιεργητής πρέπει να παρακολουθεί συνεχώς την ποιότητα του νερού και να επεμβαίνει όταν χρειάζεται .
Τό ίδιο ακριβώς ισχύει και για τη χορηγούμενη τροφή, η οποία θα πρέπει να είναι πιστοποιημένη βιολογική ή τα συστατικά της να είναι φυσικής προέλευσης, ώστε να μην προκαλούν προβλήματα τόσο στα ψάρια όσο και στον άνθρωπο που τα καταναλώνει. Συνήθως το μεγαλύτερο μέρος της ιχθυοτροφής, αποτελείται από ιχθυάλευρα που προέρχονται από προϊόντα τα οποία απομένουν από την αλιεία. Περιέχει επίσης υδατάνθρακες, κυρίως από μηδική, βιταμίνες, κάποια ανόργανα συστατικά, ανόργανα άλατα και ουσίες που βοηθούν στην τελική μορφή της τροφής. Συνεπώς, ο προβληματισμός έγκειται στο κατά πόσο «καθαρά» είναι όλα τα συστατικά που περιέχονται στις τροφές των ψαριών.
Τέλος η χρήση αντιβιοτικών απαγορεύεται, ενώ επιτρέπονται μόνο οι εμβολιασμοί για ασθένειες ενδημικές που μπορεί να υπάρχουν σε κάθε χώρα.
Τά παραπάνω χαρακτηριστικά αποτελούν και τις βασικές διαφορές με την κλασσική μορφή υδατοκαλλιέργειας. Έχουμε δηλαδή ένα σύστημα απόλυτα ελεγχόμενο σε όλα τα στάδιά του με ζητούμενο την παραγωγή όσο το δυνατόν πιο ποιοτικών ψαριών από τις όποιες βλαβερές ουσίες μπορούν να φέρουν στη σάρκα τους. Άλλωστε σήμερα γίνεται ένας μεγάλος διάλογος για την ποιότητα της σάρκας των ψαριών από υδατοκαλλιέργειες καθώς και για την παρουσία αντιβιοτικών σε αυτήν, ενώ υπάρχει και έντονος προβληματισμός από τα τυχόν παραπροϊόντα που μπορεί να υπάρχουν στις ιχθυοτροφές που καταναλώνουν τα ψάρια εκτροφής.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η μονάδικη προσπάθεια που γίνεται σε εγχώριο επίπεδο είναι από τις ιχθυοκαλλιέργειες στην περιοχή του Ληξουρίου Κεφαλονιάς, οι οποίες πιστοποιήθηκαν φέτος από ευρωπαϊκό οργανισμό για την παραγωγή βιολογικής τσιπούρας και λαβρακίου. Σίγουρα είναι μια σημαντική εξέλιξη από την οποία θα περιμένουμε τα αποτελέσματά της.
Δυστηχώς στην Ελλάδα η έρευνα για την βιολογική υδατοκαλλιέργεια είναι αρκετά πίσω και αυτό γιατι δεν υπάρχουν επενδύσεις για τον συγκεκριμένο κλάδο ούτε και υποστήριξη από τους αρμόδιους φορείς. Το οξύμορο είναι ότι η Ελλάδα σε επίπεδο παραγωγής και εξαγωγών αλιευμάτων είναι από τις πρωτοπόρες χώρες στην Ευρώπη και όλοι μας μπορούμε να φανταστούμε τα οικονομικά ωφέλη που θα προσποριζόταν η ελληνική υδατοκαλλιέργεια και κατά επέκταση η ελληνική οικονομία από την παραγωγή και τις εξαγωγές βιολογικά πιστοποιημένων ψαριών.
Άμεσος φυσικά αντίκτυπος από τα παραπάνω είναι η μη ενημέρωση του καταναλωτή για τα συγκεκριμένα προϊόντα και φυσικά η μη ευρεία διάθεση των προϊόντων αυτών στην Ελληνική αγορά .Στα σημεία πώλησης βιολογικών προϊόντων τα μόνα προϊόντα τα οποία κυκλοφορόυν είναι εισαγόμενα και είναι κυρίως καπνιστός σολωμός και τόνος με την ανάλογη ανεβασμένη τιμη πώλησης εφόσον είναι πιστοποιημένα βιολογικά.
Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους μας είναι ότι υπάρχει μια συνεχή εξέλιξη των βιολογικά παραγόμενων προϊόντων τόσο σε εγχώριο όσο και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Τα προϊόντα βιολογικής υδατοκαλλιέργειας αποτελούν ένα μικρό ποσοστό του οποίου όμως οι ρυθμοί ανάπτυξης του έιναι συνεχώς αυξητικοί. Αν και στην Ελλάδα, για ακόμη μια φορά, είμαστε πίσω από τις τρέχουσες ευρωπαϊκές εξελίξεις, ο τομέας των βιολογικών ψαριών θα πρέπει να αρχίσει να απασχολεί σοβαρά τους υπεύθυνους αφού σαν Έλληνες είμαστε απόλυτα συνηφασμένοι με την υγιεινή και ποιοτική διατροφή η οποία παραλληλίζεται με προϊόντα όπως το λάδι, το ψάρι κ.α.
Αν συνυπολογίσουμε και τα οικονομικά ωφέλη από μια επένδυση στην βιολογική ιχθυοκομία θα δούμε ότι υπάρχουν όλες οι προοπτικές ανάπτυξης και διάθεσης των υψηλών ποιοτικά βιολογικών αλιευμάτων.
Με άλλα λόγια τα κίνητρα υπάρχουν, οι δομές υπάρχουν άρα το μόνο που λείπει είναι η αφύπνιση και η συνειδητοποίηση όλων όσων αναφέραμε παραπάνω. Περιμένουμε λοιπόν.....
Γράφει ο Ιωάννης Πέττας – Τεχνολόγου Γεωπόνου Βιολογικής Γεωργίας
Αναδημοσίευση από το περιοδικό Ευεξία & Διατροφή. Τεύχος 23 ΙΑΝ - ΦΕΒ 2007, 24
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου