Διακοπές στις Καλύτερες Τιμές!

Booking.com

Έρευνες με ενδιαφέρον για το τσάι

Οι έρευνες που διεξάγονται, σχετικά με την ύπαρξη και δράση των συστατικών που περιέχει το τσάι, σε παγκόσμιο επίπεδο, αυξάνονται συνεχώς. Αυτό σημαίνει ότι ολοένα και περισσότερες ερευνητικές ομάδες πιστεύουν ότι υπάρχουν πολλά ακόμη να ανακαλυφθούν σε αυτό το φυσικό αφέψημα.
Στην περίπτωση του τσαγιού, οι κατεχίνες, είναι η πλέον ενδιαφέρουσα ομάδα φυσικών αντιοξειδωτικών συστατικών. Η βιοδραστικότητα των κατεχινών αφορά κυρίως το καρδιαγγειακό σύστημα, την εγκεφαλική λειτουργία και την ενεργοποίηση του μεταβολισμού. Η αντιοξειδωτική δράση είναι ένας δείκτης βιοδραστικότητας, στον οποίο πολλές μελέτες αποδίδουν τουλάχιστον μέρος των ευεργετικών ιδιοτήτων του στην υγεία γενικότερα. 



Για να δούμε ένα μέρος αυτών των ερευνών που αφορούν το τσάι.
Κατανάλωση τσαγιού και καρδιαγγειακές παθήσεις:
  • Μια έρευνα, που ονομάστηκε '' Zutphen Elderly Study '', σε 805 ενήλικες Ολλανδούς, έδειξε ότι τα άτομα που κατανάλωναν υψηλές συγκεντρώσεις φλαβονοειδών στη δίαιτά τους είχαν 60% λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν στεφανιαία νόσο, σε σχέση με αυτά που κατανάλωναν μικρές συγκεντρώσεις αντίστοιχα.
  • Το τσάι φαίνεται να ενισχύει τη λειτουργία του ενδοθηλίου, του εσωτερικού χιτώνα των αιμοφόρων αγγείων. Αυτό υποδεικνύεται από τέσσερις πρόσφατες κλινικές μελέτες από τις οποίες προκύπτει σχέση μεταξύ της κατανάλωσης 2-5 φλιτζανιών τσάι και της βελτίωσης κατά 16-77% της λειτουργίας του ενδοθηλίου.
  • Έρευνα στην Μ. Βρετανία απέδειξε ότι για ίση πρόσληψη καφεΐνης – τεΐνης, το τσάι προκαλεί μεγαλύτερη αύξηση της θερμοκρασίας του δέρματος, σε σχέση με τον καφέ ή το νερό. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει μια αγγειοχαλαρωτική δράση στα τριχοειδή του δέρματος, πιθανώς εξαιτίας της παρουσίας φλαβονοειδών, γεγονός που επιφέρει ένα τελικό χαλαρωτικό αποτέλεσμα. Άλλο ένα πόρισμα που εξήχθηκε από την ίδια έρευνα, ήταν ότι βρέθηκε συσχέτιση της κατανάλωσης τσαγιού με την γρήγορη ανάπτυξη προσοχής.
  • Πίνοντας 3 φλιτζάνια τσάι την ημέρα, μειώνεται κατά 11% ο κίνδυνος εμφράγματος του μυοκαρδίου. Στο συμπέρασμα αυτό συνηγορούν δύο βασικές έρευνες: α] Η πρώτη μελέτησε την επίδραση της κατανάλωσης τσαγιού σε καρδιαγγειακά νοσήματα βάσει στοιχείων από πληθυσμιακές μελέτες σε επτά χώρες -μεταξύ των οποίων η Αμερική, η Ιταλία και η Ολλανδία- που δημοσιεύτηκαν την περίοδο 1996-2000. Δεκατρείς από τις δεκαεπτά μελέτες έδειξαν την ύπαρξη σχέσης μεταξύ της κατανάλωσης 3 φλιτζανιών τσάι ημερησίως και της μείωσης κατά 1-75% των καρδιαγγειακών νοσημάτων. β] Η δεύτερη έρευνα αφορά την αντιστοιχία μεταξύ φλαβονόλων και φλαβόνων με θανάτους από καρδιαγγειακά νοσήματα σε επτά επιδημιολογικές μελέτες. Σε έξι από αυτές υπήρχε σαφής σχέση μεταξύ της υψηλής πρόσληψης φλαβονόλων, με κύρια πηγή το τσάι, και της κατά 20% μείωσης του κινδύνου προσβολής από καρδιαγγειακά νοσήματα. 
Καρκίνος και κατανάλωση του τσαγιού
  • Μία επιδημιολογική έρευνα σε 35.000 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, έδειξε ότι το ποσοστό καρκίνου του πεπτικού και του ουροποιητικού συστήματος είναι χαμηλότερο κατά 40% έως 70% σε γυναίκες που πίνουν περισσότερο από 2 φλιτζάνια πράσινο τσάι την ημέρα, συγκρινόμενες με εκείνες που δεν πίνουν ποτέ ή που καταναλώνουν πολύ σπάνια αυτό το αφέψημα.
  • Μία μεγάλη έρευνα για τη σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση τσαγιού και τη συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου του οισοφάγου υποστηρίζει ότι υπάρχει μείωση κατά 20% στους άνδρες και κατά 50% στις γυναίκες στους καταναλωτές τσαγιού.
  • Μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα σε εξέλιξη εστιάζει στην πιθανή δράση του μαύρου τσαγιού ως χημοπροληπτικής ουσίας σε περιπτώσεις στοματικής λευκοπλακίας. Επίσης, προκαταρκτική έρευνα για πιθανή σχέση του τσαγιού στη θεραπεία στοματικού καρκίνου διαπίστωσε μείωση των μεταλλαγμένων στοματικών κυττάρων σε καπνιστές που κατανάλωναν 5 φλιτζάνια πράσινο τσάι ημερησίως.
  • Οι κατεχίνες που περιέχονται στο τσάι αναστέλλουν τις οξειδωτικές βλάβες που έχουν συνδεθεί με κάποιες μορφές καρκίνου. Το συμπέρασμα που ερευνούν οι επιστήμονες σήμερα προέκυψε από τα αποτελέσματα μιας κλινικής έρευνας σύμφωνα με τα οποία καπνιστές που έπιναν τέσσερα φλιτζάνια πράσινο τσάι ημερησίως επί τέσσερις μήνες εμφάνισαν στα ούρα τους μείωση 31% στους δείκτες οξειδωτικής επιβάρυνσης.
Έλεγχος βάρους:
  • Στα υπέρβαρα άτομα, που καταναλώνουν καθημερινά εκχύλισμα πράσινου τσαγιού πλούσιου σε κατεχίνες, παρατηρείται μείωση του βάρους και της περιμέτρου της περιφέρειας. Επιπλέον, η κατανάλωση τσαγιού στο πλαίσιο ενός διαιτολογίου με περιορισμένες θερμίδες, ευνοεί την γρηγορότερη απώλεια βάρους. (Diepvens et Coll, 2005).
  • Εξίσου ενδιαφέρον είναι να σημειώσουμε ότι η κατανάλωση πράσινου τσαγιού μπορεί να περιορίσει με επιτυχία την επανάκτηση βάρους μετά από μια δίαιτα (Kovacs et Coll., 2004.; Westerterp – Plantega et Coll., 2005).
  • Στη μελέτη της Ιατρικής Σχολής της Σαγκάης , με την πρόσληψη κατεχινών μειώθηκε η ποσότητα του σπλαγχνικού λίπους και το αποτέλεσμα ήταν δοσοεξαρτώμενο.
  • Τα αποτελέσματα της κατανάλωσης τσαγιού πλούσιου σε κατεχίνες δείχνουν βελτίωση της ενεργειακή κατανάλωση (θερμογένεση), οξείδωση των λιπών και της κατανομής τους στο σώμα (Wolfram et Coll., 2006 ; Murase et Coll., 2006) (Moon et Coll., 2007).
Διαβήτης τύπου ΙΙ:
  • Βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη σε άτομα που πίνουν συστηματικά πάνω από 6 φλιτζάνια την ημέρα (Fukino et Coll., 2005) και σε άτομα που πάσχουν από διαβήτη τύπου 2 (Iso et Coll., 2006). Η κατανάλωση ικανοποιητικής ποσότητας κατεχινών είναι αναγκαία και η παρατήρηση αυτή τονίζει το ενδιαφέρον που έχει ένα τσάι εμπλουτισμένο σε κατεχίνες.
  • Τα αποτελέσματα της κατανάλωσης τσαγιού πλούσιου σε κατεχίνες φαίνονται στη βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη, στην πρόληψη του κινδύνου για μεταβολικό σύνδρομο και για διαβήτη. (Wolfram et Coll., 2006 ; Murase et Coll., 2006) (Moon et Coll., 2007).
Άλλες ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το πράσινο τσάι:
  • Κλινική έρευνα υποδεικνύει ότι η γαλλική επιγαλλοκατεχίνη (EGCG) στο πράσινο τσάι εμποδίζει το βακτήριο H. Pylori, το οποίο αναπτύσσεται στο στομάχι.
  • Σύμφωνα με πληθυσμιακές έρευνες, οι Βρετανοί προσλαμβάνουν περίπου το 40% των υγρών που καταναλώνουν από το τσάι, πίνοντας κατά μέσο όρο τρία φλιτζάνια την ημέρα.
  • Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της συνάντησης του Αμερικανικού Συνδέσμου Διαιτολογίου το Μάιο του 2005, το τσάι αναδείχθηκε ως η σημαντικότερη διατροφική πηγή φλαβονοειδών των Αμερικανών. Μελέτη του Πανεπιστημίου Μίσιγκαν Στέιτ εκτιμά ότι ο μέσος Αμερικανός προσλαμβάνει 24 είδη φλαβονοειδών από τη διατροφή του - φλαβανόλες, φλαβονόλες, φλαβόνες, ανθοκυάνες και ισοφλαβόνες.
  • Από in vitro έρευνες έχουν γίνει μετρήσεις της ανποξειδωτικής ικανότητας χρησιμοποιώντας τις μεθόδους TEAC (Trolox Antoxidant Capacity) και ORAC (Oxygen Radical Absorbance Capacity), οι οποίες αναπτύχθηκαν ειδικά για να προσδιορίσουν την αντιοξειδωτική δραστηριότητα βιολογικών δειγμάτων. Οι μετρήσεις έδειξαν ότι η αντιοξειδωτική ικανότητα ενός φλιτζανιού τσάι -μαύρο ή πράσινο- είναι τρεις φορές υψηλότερη από μία μερίδα από τα πιο συνηθισμένα σε κατανάλωση λαχανικά -για παράδειγμα, την ντομάτα- και δύο φορές υψηλότερη από μία μερίδα από τα πιο συνηθισμένα φρούτα - όπως το μήλο ή το πορτοκάλι.
  • Έρευνες σε ανθρώπους για τη δραστηριότητα βιολογικών δειγμάτων αντιοξειδωτικών ουσιών -και συγκεκριμένα τις ιδιότητες των πολυφαινόλων που περιέχει το τσάι- έδειξαν μια αύξηση στην αντιοξειδωτική ικανότητα του πλάσματος μετά από την κατανάλωση μαύρου ή πράσινου τσαγιού. Το ίδιο παρατηρήθηκε σε ανεξάρτητες έρευνες που έγιναν με διάφορες μεθόδους μετρήσεων, οδηγώντας στο γενικό συμπέρασμα ότι τα φλαβονοειδή έχουν βραχυπρόθεσμη αντιοξειδωτική δράση. Τα αποτελέσματα αυτά παρατίθενται στον παρακάτω πίνακα.
Επίδραση κατανάλωσης τσαγιού στην αντιοξειδωτική ικανότητα του πλάσματος













ΜΤ = μαύρο τσάι ΠΤ = πράσινο τσάι μ = μηδαμινή * άνευ ομάδας ελέγχου ** με πρόληψη καφέ σαν ομάδα ελέγχου
Συμπερασματικά, μια συστηματική και ικανοποιητική κατανάλωση κατεχινών του τσαγιού έχουν συνδεθεί με πολλά ευεργετικά οφέλη για την υγεία. (Gardner et Coll., 2007 ; Cabrera et Coll., 2006). Τα οφέλη αυτά αποδίδονται κυρίως, στην αντιοξειδωτική ικανότητα των πολυφαινολικών συστατικών του. (Rietveld et Wiseman, 2003 ; Toshi et Coll., 2000).

Γράφει ο Παπαχρήστος Παρασκευάς, Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, M.Sc στη Διασφάλιση Ποιότητας - Φοντόρ Χριστίνα, Κλινικός Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, Καθηγήτρια στο Ι.Δ.ΕΚ.Ε Ηλιούπολη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Unique Visitor Counter