Διακοπές στις Καλύτερες Τιμές!

Booking.com

Το νέο διατροφικό σκάνδαλο και η ασφάλεια τροφίμων στην ΕΕ

Δώδεκα χρόνια μετά την ανίχνευση διοξινών σε βέλγικες ζωοτροφές (1999) και μετά από σχεδόν μια δεκαετία διαβεβαιώσεων ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πλέον ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο προστασίας του καταναλωτή, βρισκόμαστε μπροστά στο νέο σκάνδαλο με τις διοξίνες, αυτή τη φορά στη Γερμανία, χώρα με παράδοση στην πειθαρχία και τους αξιόπιστους θεσμούς.


Τι συνέβη λοιπόν σε αυτήν την περίπτωση, ποιος φταίει, και πόσο προστατευμένος είναι τελικά ο καταναλωτής ευρωπαϊκών τροφίμων, ευρωπαίος ή μη; Και πρώτα απ' όλα τι είναι οι διοξίνες και πώς απειλούν την υγεία μας;

Οι διοξίνες είναι ιδιαίτερα τοξικές ενώσεις που προκύπτουν από διάφορες χημικές διεργασίες. Αυτές οι χημικές διεργασίες μπορεί να αποτελούν και τμήμα μιας φυσικής διαδικασίας, αλλά συνήθως είναι παράγωγα προϊόντα μιας βιομηχανικής. Και όντας ανθεκτικές στο χρόνο, μπορούν να συσσωρευθούν στο σώμα του ανθρώπου προκαλώντας διάφορα προβλήματα υγείας, ακόμα και καρκίνο.

Πώς προφυλάσσει η ΕΕ τον καταναλωτή έναντι των διοξινών;
Καταρχάς, στα θετικά είναι ότι η πολιτική της ΕΕ για την ασφάλεια των τροφίμων προβλέπει ελέγχους κινδύνου σε κάθε ένα από τα στάδια της παραγωγής και διανομής τροφίμων, αντί να τους περιορίζει στο τελικό προϊόν της αγροδιατροφικής αλυσίδας,. Ιδιαίτερης σημασίας για τη διαχείριση κινδύνου και τον έλεγχο ποιότητας στην ΕΕ είναι το Σύστημα Ταχείας Ειδοποίησης για τα Τρόφιμα και τις Ζωοτροφές (RASFF), που λειτουργεί από το 2002 και βασίζεται στην ιχνηλασιμότητα, η οποία για άλλη μια φορά φάνηκε να λειτουργεί ανεπαρκώς.

Ύστερα έχουν θεσμοθετηθεί από το 2001 ανώτατα όρια για την παρουσία διοξινών στις ζωοτροφές, τα ζωικά προϊόντα και τα παράγωγά τους (2001), ενώ από το 2005 οι παραγωγοί ζωοτροφών οφείλουν να τηρούν ελάχιστους κανόνες υγιεινής και να συμμορφώνονται με τις αρχές της Ανάλυσης Κινδύνου σε Κρίσιμα Σημεία Ελέγχου (HACCP). Κι ενώ οι παραγωγοί ζωοτροφών είναι οι κυρίως υπεύθυνοι για την ασφάλεια των ζωοτροφών, επομένως και των εξ αυτών παραγόμενων τροφίμων, η αρμόδια εποπτική αρχή κάθε Κράτους Μέλους οφείλει να παρακολουθεί και να ελέγχει τακτικά τη συμμόρφωση των παραγωγών ζωοτροφών με τους κανονισμούς. Η συχνότητα, δε, εξαρτάται από το βαθμό κινδύνου που αναλογεί στην αξιοπιστία της μονάδας παραγωγής και διακίνησης ζωοτροφών.
Αυτό το σημείο επίσης κρύβει προβλήματα. Αφενός η οικονομική κρίση έχει επιβάλλει περιορισμό των διαθέσιμων πόρων, με αποτέλεσμα συχνά να περιορίζεται σημαντικά η επάρκεια των ελέγχων, αφετέρου η σύνδεση της συχνότητας διεξαγωγής ελέγχων με τον πρότερο έντιμο βίο μπορεί να είναι ελκυστική για παρανομίες.

Τι ακριβώς έγινε λοιπόν και πώς βρέθηκαν οι διοξίνες στο πιάτο καταναλωτών;
Στη συγκεκριμένη περίπτωση και μέχρι στιγμής (ακόμα δεν έχει διευκρινισθεί πώς προέκυψαν εκεί), η πηγή προέλευσης των διοξινών που βρέθηκαν εντοπίζεται σε λίπη που -ενώ προορίζονταν για βιομηχανική χρήση- αναμείχθηκαν με λίπη που προορίζονταν για παραγωγή ζωοτροφών από την εταιρεία ανακύκλωσης λιπών και ελαίων Harles and Jentzsch,. Τα μολυσμένα λίπη πουλήθηκαν σε εταιρείες παραγωγής ζωοτροφών, μία από τις οποίες εντόπισε το πρόβλημα και ειδοποίησε τις γερμανικές αρχές.

Η εταιρεία, η οποία προέβη στην αθέμιτη ανάμειξη μολυσμένου λίπους για βιομηχανική χρήση με λίπος που προοριζόταν για ζωοτροφές, είχε ήδη βρει από το Μάρτιο 2010 σε ελέγχους που είχε διεξαγάγει διπλάσιες ποσότητες διοξινών από τις επιτρεπόμενες, αλλά απέκρυψε το γεγονός από τις γερμανικές αρχές. Μάλιστα μετά την αποκάλυψη του γεγονότος προσπάθησε να υποβαθμίσει τη σημασία του.

Οι Γερμανικές αρχές ειδοποίησαν την ΕΕ στις 27 Δεκεμβρίου 2010, αλλά για τη μόλυνση μιας μόνο παρτίδας ζωοτροφών έναντι συνολικά 7, μέχρι στιγμής, που στάλθηκαν σε 25 παραγωγούς ζωοτροφών. Εν τω μεταξύ, οι ζωοτροφές είχαν πάρει το δρόμο τους για εκτροφεία πουλερικών και χοίρων. Από κει βρέθηκαν εύκολα σε αυγά και παράγωγα προϊόντα τους στην Γαλλία και τη Δανία, ενώ υπάρχουν υποψίες για μολύνσεις σε εξαγωγές τροφίμων προς την Ολλανδία, τη ΜΒ και την Ιταλία.

Η γρήγορη εξάπλωση του προβλήματος στα ΚΜ της ΕΕ είναι συνέπεια του γεγονότος ότι η αγροδιατροφική αλυσίδα στην ΕΕ είναι πολύ αναπτυγμένη κι ενοποιημένη, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνει την ιχνηλασιμότητα ενός προϊόντος, συστατικού ή προβλήματος. Αυτή η διαπίστωση συνηγορεί υπέρ της λήψης μέτρων για τον περιορισμό της δημιουργίας διοξινών με έλεγχο των βιομηχανικών διαδικασιών που μπορούν να τις παράγουν. Πρόκειται για μια προληπτική αντιμετώπιση που αποσκοπεί στον περιορισμό της έκθεσης του ανθρώπου σε διοξίνες.

Τι συμπεράσματα βγάζουμε;
·Καταρχάς η ασφάλεια των τροφίμων στο θέμα των διοξινών έχει δύο διαστάσεις
1. Αυτήν που αφορά την πρόληψη και, όπως υποδεικνύει η επαναληπτικότητα των σκανδάλων με τις διοξίνες (1999 Βέλγιο, 2008 Ιρλανδία, 2010 Ιταλία) παρά τα κατά καιρούς μέτρα, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής.
Η πρόληψη του προβλήματος επιβάλλει ενέργειες που θα μειώσουν την ελευθέρωση διοξινών στο περιβάλλον που επηρεάζει τον άνθρωπο και τα ζώα επομένως και την έκθεσή τους σε αυτές. Προς αυτήν την κατεύθυνση είναι σκέψεις της ΕΕπ για απαγόρευση της παράλληλης επεξεργασίας λιπών για ζωοτροφές και για βιομηχανική χρήση στην ίδια μονάδα.
Επιτάσσει επίσης την εφαρμογή ενός αυστηρού και εφαρμόσιμου συστήματος κυρώσεων, ώστε αυτό να λειτουργεί αποτρεπτικά προς οποιαδήποτε παραβατική συμπεριφορά. Ας σημειωθεί, ότι ο Καν (ΕΚ) 183/2005 για την υγιεινή των ζωοτροφών ορίζει ότι οι μονάδες παραγωγής ζωοτροφών, ως υπεύθυνες για τυχόν παραβάσεις στα θέματα ασφάλειας ζωοτροφών και με την εξαίρεση των εκμεταλλεύσεων πρωτογενούς παραγωγής, θα πρέπει να παρέχουν χρηματική εγγύηση έναντι του κινδύνου υπαιτιότητας. Αυτό δεν έχει εφαρμοσθεί στην πράξη ποτέ από την ΕΕ, αλλά ίσως θα πρέπει να σκεφτούμε το ενδεχόμενο ασφάλισης τέτοιων εκμεταλλεύσεων έναντι του κινδύνου για την ασφάλεια τροφίμων. Και το κόστος θα πρέπει να καλύπτει πλήρως την ζημιά που προκαλείται κάθε φορά και στο γεωργικό τομέα και στον τομέα των ζωοτροφών και στον τομέα τροφίμων, τους παραγωγούς, τους εμπόρους και τους καταναλωτές.

Θέτει όμως και άλλα θέματα μεταξύ των οποίων ίσως τα σοβαρότερα είναι
α. οι "στρεβλώσεις" στις τιμές ούτως ώστε να μην αποτιμώνται πλήρως ούτε τα οφέλη (από τα ασφαλή τρόφιμα) ούτε το κόστος (από τα μη ασφαλή), με αποτέλεσμα να "χάνεται" μεγάλο μέρος της αξίας της γεωργικής διαδικασίας στη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς. Θα πρέπει να βρούμε τρόπους να αποτιμάμε την κοινωνική ζημία και το κοινωνικό όφελος με άμεση σύνδεση και με όσους συνδέονται με αυτά
β. η προώθηση ενός επαγγελματικού ήθους και ενός προτύπου παραγωγής και εκτροφής ζώων πιο βιώσιμου και πιο υπεύθυνου έναντι του κοινωνικού συνόλου, με αναπόφευκτη συνέπεια την καλύτερη προστασία του περιβάλλοντος, της βιοποικιλότητας, της ποιοτικής ζωής στην ύπαιθρο και της ίδιας μας της ζωής.

2. Αυτήν που αφορά την προστασία του καταναλωτή, δεδομένης της ύπαρξης του προβλήματος. Ειδικότερα αφορά τη βελτίωση της ιχνηλασιμότητας, αλλά και τους τρόπους έγκαιρης και έγκυρης ενημέρωσης και ακριβούς πληροφόρησης του καταναλωτή και σε ό,τι αφορά μία διατροφική κρίση και σε ό,τι αφορά το δικαίωμα του καταναλωτή σε πληροφορίες για την προέλευση ενός γεωργικού προϊόντος.
•Ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες οικονομικής κρίσης επιβάλλεται η καλύτερη δυνατή οχύρωση του καταναλωτή από ένα αυστηρό, συνεπές, διαφανές και αντικειμενικό ρυθμιστικό σύστημα. Οι πιέσεις θα είναι και προς τους παραγωγούς να μειώσουν το κόστος παρανομώντας και προς τα κράτη μέλη να περιορίσουν τις δαπάνες σε βάρος των ελέγχων και της δημόσιας υγείας.
•Το τρέχον ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕπ, αναθέτοντας στα ΚΜ την ευθύνη για τον έλεγχο της ασφάλειας των τροφίμων και την προστασία του καταναλωτή, χωρίς συγκεκριμένους δεσμευτικούς όρους δεν διασφαλίζει ενιαίο τρόπο ούτε στην προστασία των καταναλωτών ούτε στην αντιμετώπιση ενδεχόμενων προβλημάτων.
•Ο μη εντοπισμός προβλήματος ας μην είναι καθησυχαστικός. Μπορεί να σημαίνει ανυπαρξία προβλήματος, αλλά και μη εντοπισμό του, εξαιτίας πλημμελών ελέγχων.

* Ο Σπύρος Δανέλλης είναι Ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και μέλος της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Unique Visitor Counter